Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιπυρσεύω
ἀντιρρέπω
ἀντίρρησις
ἀντίρροπος
ἀντισεμνῡ́νομαι
ἀντισηκόω
ἀντισήκωσις
ἀντισιωπάω
ἀντισκευάζομαι
ἀντισκώπτω
ἀντισόομαι
ἀντισοφίζομαι
ἀντίσπασμα
ἀντισπασμός
ἀντίσπαστος
ἀντισπάω
ἀντισπεύδω
ἀντίσταθμος
ἀντιστασιάζω
ἀντίστασις
ἀντιστασιώτης
View word page
ἀντ-ισόομαι
ἀντισόομαιmid.contr.vb assert one's equalityas an allyTh.

ShortDef

to oppose on equal terms

Debugging

Headword:
ἀντισόομαι
Headword (normalized):
ἀντισόομαι
Headword (normalized/stripped):
αντισοομαι
IDX:
6093
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-6094
Key:
ἀντισόομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντ-ισόομαι</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>ἀντ<hyph/>ισόομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>assert one's equality<Expl>as an ally</Expl></Tr><Au>Th.</Au> </vS1> </VE>", 'key': 'ἀντισόομαι'}