Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιμῑ́μησις
ἀντίμῑμος
ἀντιμῑσέω
ἀντίμισθος
ἀντίμοιρος
ἀντίμολπος
ἀντιμόρφως
ἀντιναυπηγέω
ἀντινῑκάω
ἀντινομίᾱ
ἀγνοητικός
ἄγνοια
ἀγνοιέω
ἁγνόρυτος
ἁγνός
ἄγνος
ἄγνῡμι
ἀγνωμονέω
ἀγνωμοσύνη
ἀγνώμων
ἀγνώς
View word page
ἀγνοητικός
ἀγνοητικόςή όνadj of actionsperformed in ignoranceArist.

ShortDef

mistaken

Debugging

Headword:
ἀγνοητικός
Headword (normalized):
ἀγνοητικός
Headword (normalized/stripped):
αγνοητικος
IDX:
5958
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5959
Key:
ἀγνοητικός

Data

{'headword_display': '<b>ἀγνοητικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀγνοητικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of actions</Indic><Tr>performed in ignorance</Tr><Au>Arist.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀγνοητικός'}