Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπρόσφθεγκτος
ἀπρόσφορος
ἀπρόσωπος
ἀπροτίμαστος
ἀπροφάσιστος
ἀπρόφατος
ἀπροφύλακτος
ἀπταισίᾱ
ἄπταιστος
ἁπτέον
ἀπτερέως
ἄπτερος
ἄπτερος
ἀπτερύσσομαι
ἀπτήν
ἀπτοεπής
ἀπτόλεμος
ἁπτός
ἅπτω
ἀπτώς
ἀπύ
View word page
ἀπτερέως
ἀπτερέωςIon.advἄπτερος2 swiftlyHes.fr. Parm. AR.

ShortDef

quickly, swiftly

Debugging

Headword:
ἀπτερέως
Headword (normalized):
ἀπτερέως
Headword (normalized/stripped):
απτερεως
IDX:
594
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-595
Key:
ἀπτερέως

Data

{'headword_display': '<b>ἀπτερέως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἀπτερέως</HL><PS>Ion.adv</PS><Ety><Ref>ἄπτερος<Hm>2</Hm></Ref></Ety></vHG> <advS1><Tr>swiftly</Tr><Au>Hes.<Wk>fr.</Wk> Parm. AR.</Au></advS1></AdvE>', 'key': 'ἀπτερέως'}