Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιλοιδορέω
ἀντιλῡπέω
ἀντίλυρος
ἀντιλυτρωτέον
ἀντιμανθάνω
ἀντιμαρτυρέω
ἀντιμάχομαι
ἀντιμεθίστημι
ἀντιμειρακιεύομαι
ἀντιμέλλω
ἀντιμέμφομαι
ἀντιμεταλλεύω
ἀντιμέτειμι
ἀντιμετρέομαι
ἀντιμέτωπος
ἀντιμηχανάομαι
ἀντιμῑ́μησις
ἀντίμῑμος
ἀντιμῑσέω
ἀντίμισθος
ἀντίμοιρος
View word page
ἀντι-μέμφομαι
ἀντιμέμφομαιmid.vb complain in replyw.compl.cl.that sthg. is the caseHdt.

ShortDef

to blame in turn

Debugging

Headword:
ἀντιμέμφομαι
Headword (normalized):
ἀντιμέμφομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιμεμφομαι
IDX:
5942
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5943
Key:
ἀντιμέμφομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντι-μέμφομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντι<hyph/>μέμφομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>complain in reply</Tr><Cmpl><GLbl>w.compl.cl.</GLbl>that sthg. is the case<Au>Hdt.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντιμέμφομαι'}