Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιλογίᾱ
ἀντιλογίζομαι
ἀντιλογικός
ἀντίλογος
ἀντιλοιδορέω
ἀντιλῡπέω
ἀντίλυρος
ἀντιλυτρωτέον
ἀντιμανθάνω
ἀντιμαρτυρέω
ἀντιμάχομαι
ἀντιμεθίστημι
ἀντιμειρακιεύομαι
ἀντιμέλλω
ἀντιμέμφομαι
ἀντιμεταλλεύω
ἀντιμέτειμι
ἀντιμετρέομαι
ἀντιμέτωπος
ἀντιμηχανάομαι
ἀντιμῑ́μησις
View word page
ἀντι-μάχομαι
ἀντιμάχομαιmid.vb of traitorsfight for the enemyTh.

ShortDef

to fight against

Debugging

Headword:
ἀντιμάχομαι
Headword (normalized):
ἀντιμάχομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιμαχομαι
IDX:
5938
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5939
Key:
ἀντιμάχομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντι-μάχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντι<hyph/>μάχομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of traitors</Indic><Tr>fight for the enemy</Tr><Au>Th.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντιμάχομαι'}