Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιδωρεᾱ́
ἀντιδωρέομαι
ἀντιζητέω
ἀντίθεος
ἀντιθεραπεύω
ἀντίθεσις
ἀντίθετον
ἀντιθέω
ἀντίθημι
ἀντιθρῴσκω
ἀντίθυρον
ἀντικάθημαι
ἀντικαθίζομαι
ἀντικαθίστημι
ἀντικακουργέω
ἀντικαλέω
ἀντικαταθνῄσκω
ἀντικαταλείπω
ἀντικαταλλάσσομαι
ἀντικατάστασις
ἀντικατατείνω
View word page
ἀντί-θυρον
ἀντίθυρονουnθύρᾱ area in front of a doorwayporchvestibuleOd. S.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀντίθυρον
Headword (normalized):
ἀντίθυρον
Headword (normalized/stripped):
αντιθυρον
IDX:
5880
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5881
Key:
ἀντίθυρον

Data

{'headword_display': '<b>ἀντί-θυρον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀντί<hyph/>θυρον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety><Ref>θύρᾱ</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>area in front of a doorway</Def><Tr>porch<or/>vestibule</Tr><Au>Od. S.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀντίθυρον'}