Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντιδέομαι
ἀντιδέρκομαι
ἀντιδέχομαι
ἀντιδημαγωγέω
ἀντιδιαβαίνω
ἀντιδιαβάλλω
ἀντιδιαπλέκω
ἀντιδιδάσκω
ἀντιδίδωμι
ἀντιδιέξειμι
ἀντιδιεξέρχομαι
ἀντιδικέω
ἀντίδικος
ἀντιδοξάζω
ἀντιδοξέω
ἀντίδοσις
ἀντιδουλεύω
ἀντίδουλος
ἀντίδουπος
ἀντιδράω
ἀντιδωρεᾱ́
View word page
ἀντι-διεξέρχομαι
ἀντιδιεξέρχομαιmid.vb of a disputantproceed in a continuous manner in oppositionw.dat.to an argumentPl.

ShortDef

go through in opposition

Debugging

Headword:
ἀντιδιεξέρχομαι
Headword (normalized):
ἀντιδιεξέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
αντιδιεξερχομαι
IDX:
5860
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5861
Key:
ἀντιδιεξέρχομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντι-διεξέρχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντι<hyph/>διεξέρχομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of a disputant</Indic><Tr>proceed in a continuous manner in opposition</Tr><Cmpl><GLbl>w.dat.</GLbl>to an argument<Au>Pl.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντιδιεξέρχομαι'}