Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντίγραφος
ἀντιγράφω
ἀντιδάκνω
ἀντιδανειστέον
ἀντιδεξιόομαι
ἀντιδέομαι
ἀντιδέρκομαι
ἀντιδέχομαι
ἀντιδημαγωγέω
ἀντιδιαβαίνω
ἀντιδιαβάλλω
ἀντιδιαπλέκω
ἀντιδιδάσκω
ἀντιδίδωμι
ἀντιδιέξειμι
ἀντιδιεξέρχομαι
ἀντιδικέω
ἀντίδικος
ἀντιδοξάζω
ἀντιδοξέω
ἀντίδοσις
View word page
ἀντι-διαβάλλω
ἀντιδιαβάλλωvb counter-accuseone's accuserArist.

ShortDef

to attack in return

Debugging

Headword:
ἀντιδιαβάλλω
Headword (normalized):
ἀντιδιαβάλλω
Headword (normalized/stripped):
αντιδιαβαλλω
IDX:
5855
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5856
Key:
ἀντιδιαβάλλω

Data

{'headword_display': '<b>ἀντι-διαβάλλω</b>', 'content': "<VE><vHG><HL>ἀντι<hyph/>διαβάλλω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>counter-accuse</Tr><Obj>one's accuser<Au>Arist.</Au></Obj> </vS1> </VE>", 'key': 'ἀντιδιαβάλλω'}