Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπόλαυσμα
ἀπολαυστικός
ἀπολαυστός
ἀπολαύω
ἀπολέγω
ἀπολείβω
ἀπολείπω
ἀπολείχω
ἀπόλειψις
ἀπόλεκτος
ἀπολέμητος
ἀπόλεμος
ἀπολεπτῡ́νομαι
ἀπολέπω
ἀπολέσθαι
ἀπολευκαίνω
ἀπολήγω
ἀποληρέω
ἀπόληψις
ἀπολιβάζω
ἀπολιγαίνω
View word page
ἀ-πολέμητος
πολέμητοςονadjprivatv.prfx., πολεμέω of regionsuntouched by warPlb.

ShortDef

not warred on

Debugging

Headword:
ἀπολέμητος
Headword (normalized):
ἀπολέμητος
Headword (normalized/stripped):
απολεμητος
IDX:
57
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-58
Key:
ἀπολέμητος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-πολέμητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>πολέμητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety>privatv.prfx., <Ref>πολεμέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of regions</Indic><Tr>untouched by war</Tr><Au>Plb.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπολέμητος'}