Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντέπειμι
ἀντεπεξάγω
ἀντεπέξειμι
ἀντεπεξελαύνω
ἀντεπεξέρχομαι
ἀντεπιβουλεύω
ἀντεπιγράφω
ἀντεπιδείκνῡμι
ἀντεπιθῡμέω
ἀντεπικουρέω
ἀντεπιμελέομαι
ἀντεπιπλέω
ἀντεπισκώπτω
ἀντεπιστρατεύω
ἀντεπιτάσσω
ἀντεπιτειχίζομαι
ἀντεπιτίθημι
ἀντεπιχειρέω
ἀντεραστής
ἀντεράω
ἀντερείδω
View word page
ἀντ-επιμελέομαι
ἀντεπιμελέομαιmid.contr.vb ensure in responseto a situationw. ὅπως + fut.indic.that one does sthg.X.

ShortDef

to attend

Debugging

Headword:
ἀντεπιμελέομαι
Headword (normalized):
ἀντεπιμελέομαι
Headword (normalized/stripped):
αντεπιμελεομαι
IDX:
5787
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5788
Key:
ἀντεπιμελέομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντ-επιμελέομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντ<hyph/>επιμελέομαι</HL><PS>mid.contr.vb</PS></vHG> <vS1> <Tr>ensure in response<Expl>to a situation</Expl></Tr><Cmpl><GLbl>w. <Ref>ὅπως</Ref> + fut.indic.</GLbl>that one does sthg.<Au>X.</Au></Cmpl> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντεπιμελέομαι'}