Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀντεμπήγνυμαι
ἀντεμπίμπλημι
ἀντεμπίμπρημι
ἀντεμφαίνω
ἀντενδίδωμι
ἀντενέδρᾱ
ἀντεξάγω
ἀντεξαιτέω
ἀντέξειμι
ἀντεξελαύνω
ἀντεξέρχομαι
ἀντεξετάζω
ἀντεξιππεύω
ἀντεξόρμησις
ἀντεπάγω
ἀντεπαινέω
ἀντεπανάγομαι
ἀντέπειμι
ἀντεπεξάγω
ἀντεπέξειμι
ἀντεπεξελαύνω
View word page
ἀντ-εξέρχομαι
ἀντεξέρχομαιmid.vb of cavalry, troopsgo out for a confrontationX.

ShortDef

go out against

Debugging

Headword:
ἀντεξέρχομαι
Headword (normalized):
ἀντεξέρχομαι
Headword (normalized/stripped):
αντεξερχομαι
IDX:
5770
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5771
Key:
ἀντεξέρχομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀντ-εξέρχομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀντ<hyph/>εξέρχομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1> <Indic>of cavalry, troops</Indic><Tr>go out for a confrontation</Tr><Au>X.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀντεξέρχομαι'}