Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπρόσδεκτος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσηγορίᾱ
ἀπροσήγορος
ἀπρόσικτα
ἀπρόσιτος
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσκοπος
ἀπροσλόγως
ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμικτος
ἀπρόσοιστος
ἀπροσόμῑλος
ἀπροσόρᾱτος
ἀπροσπέλαστος
ἀπροστάσιον
ἀπρόσφθεγκτος
ἀπρόσφορος
ἀπρόσωπος
View word page
ἀπροσλόγως
ἀπροσλόγωςadvπρὸς λόγονto the point , see λόγος 23 pointlesslyref. to reproaching someonePlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπροσλόγως
Headword (normalized):
ἀπροσλόγως
Headword (normalized/stripped):
απροσλογως
IDX:
576
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-577
Key:
ἀπροσλόγως

Data

{'headword_display': '<b>ἀπροσλόγως</b>', 'content': '<AdvE><vHG><HL>ἀπροσλόγως</HL><PS>adv</PS><Ety><Phr><Gr>πρὸς λόγον</Gr><TrPhr>to the point</TrPhr> </Phr>, see <Gr>λόγος</Gr> 23</Ety></vHG> <advS1><Tr>pointlessly</Tr><ModVb>ref. to reproaching someone<Au>Plb.</Au></ModVb></advS1></AdvE>', 'key': 'ἀπροσλόγως'}