Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπρονόητος
ἀπρόξενος
ἀπρόοπτος
ἀπρόρρητος
ἀπρόσβατος
ἀπροσδεής
ἀπροσδέητος
ἀπρόσδεικτος
ἀπρόσδεκτος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσηγορίᾱ
ἀπροσήγορος
ἀπρόσικτα
ἀπρόσιτος
ἀπρόσκεπτος
ἀπρόσκλητος
ἀπρόσκοπος
ἀπρόσκοπος
ἀπροσλόγως
ἀπρόσμαχος
ἀπρόσμικτος
View word page
ἀπροσηγορίᾱ
ἀπροσηγορίᾱᾱςfἀπροσήγορος lack of conversationw. someoneArist.quot.poet.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπροσηγορίᾱ
Headword (normalized):
ἀπροσηγορίᾱ
Headword (normalized/stripped):
απροσηγορια
IDX:
568
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-569
Key:
ἀπροσηγορίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀπροσηγορίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀπροσηγορίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀπροσήγορος</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>lack of conversation<Expl>w. someone</Expl></Tr><Au>Arist.<LblR>quot.poet.</LblR></Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀπροσηγορίᾱ'}