Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνοτοτύζω
ἀνούατος
ἀνουθέτητος
ἄνους
ἄνουσος
ἀνούτατος
ἀνοχή
ἀνοχλίζω
ἀνσπάω
ἄνστᾱ
ἀνστᾱ́ς
ἄνστησον
ἀνστρέφω
ἀνσχεθέειν
ἀνσχετός
ἄντα
ἀνταγοράζω
ἀνταγορεύω
ἀνταγωνίζομαι
ἀνταγωνιστέω
ἀνταγωνιστής
View word page
ἀνστᾱ́ς
ἀνστᾱ́ςἀνστήμεναιἀνστήτηνep.athem.aor.ptcpl., inf., 3du.seeἀνίσταμαι

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνστᾱ́ς
Headword (normalized):
ἀνστᾱ́ς
Headword (normalized/stripped):
ανστας
IDX:
5668
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5669
Key:
ἀνστᾱ́ς

Data

{'headword_display': '<b>ἀνστᾱ́ς</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀνστᾱ́ς</RefFm><RefFm>ἀνστήμεναι</RefFm><RefFm>ἀνστήτην<LblR>ep.athem.aor.ptcpl., inf., 3du.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀνίσταμαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀνστᾱ́ς'}