Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνοσιουργέω
ἀνοσιουργίᾱ
ἀνοσιουργός
ἄνοσος
ἀνόστεος
ἀνόστιμος
ἄνοστος
ἀνοτοτύζω
ἀνούατος
ἀνουθέτητος
ἄνους
ἄνουσος
ἀνούτατος
ἀνοχή
ἀνοχλίζω
ἀνσπάω
ἄνστᾱ
ἀνστᾱ́ς
ἄνστησον
ἀνστρέφω
ἀνσχεθέειν
View word page
ἄνους
ἄνουςAtt.adjseeἄνοος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἄνους
Headword (normalized):
ἄνους
Headword (normalized/stripped):
ανους
IDX:
5661
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5662
Key:
ἄνους

Data

{'headword_display': '<b>ἄνους</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἄνους</HL><PS>Att.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἄνοος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἄνους'}