Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνομοιοειδής
ἀνόμοιος
ἀνομοιότης
ἀνομοιόω
ἀνομοίωσις
ἀνομολογέομαι
ἀνομολογίᾱ
ἄνομος
ἀνόνητος
ἄνοος
ἀνοπαῖα
ἄνοπλος
ἀνόρᾱτος
ἀνόργανος
ἀνοργίαστος
ᾱ̓νορέᾱ
ἀνορθιάζω
ἀνορθόω
ἄνορμος
ἀνόρνῡμι
ἀνορούω
View word page
ἀνοπαῖα
ἀνοπαῖαorἀνόπαιαadvseeὀπαῖον

ShortDef

unseen

Debugging

Headword:
ἀνοπαῖα
Headword (normalized):
ἀνοπαῖα
Headword (normalized/stripped):
ανοπαια
IDX:
5634
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5635
Key:
ἀνοπαῖα

Data

{'headword_display': '<b>ἀνοπαῖα</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀνοπαῖα<VL><Lbl>or</Lbl><FmHL>ἀνόπαια</FmHL></VL></HL><PS>adv</PS></HG><XR>see<Ref>ὀπαῖον</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀνοπαῖα'}