Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπροβουλίᾱ
ἀπρόβουλος
ἀπροθέτως
ἀπρόθῡμος
ἄπροικος
ἀπρομήθητος
ἀπρομηθίᾱ
ἀπρονόητος
ἀπρόξενος
ἀπρόοπτος
ἀπρόρρητος
ἀπρόσβατος
ἀπροσδεής
ἀπροσδέητος
ἀπρόσδεικτος
ἀπρόσδεκτος
ἀπροσδόκητος
ἀπροσηγορίᾱ
ἀπροσήγορος
ἀπρόσικτα
ἀπρόσιτος
View word page
ἀ-πρόρρητος
πρόρρητοςονadj of aspects of a legal systemimpossible to describe in advancePl.

ShortDef

not foretold

Debugging

Headword:
ἀπρόρρητος
Headword (normalized):
ἀπρόρρητος
Headword (normalized/stripped):
απρορρητος
IDX:
561
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-562
Key:
ἀπρόρρητος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-πρόρρητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>πρόρρητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Indic>of aspects of a legal system</Indic><Tr>impossible to describe in advance</Tr><Au>Pl.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀπρόρρητος'}