Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄπρηκτος
ἀπρίατος
ἄπριγδα
ἀπρικτόπληκτος
ἀπρίξ
ἀπροαίρετος
ἀπροβούλευτος
ἀπροβουλίᾱ
ἀπρόβουλος
ἀπροθέτως
ἀπρόθῡμος
ἄπροικος
ἀπρομήθητος
ἀπρομηθίᾱ
ἀπρονόητος
ἀπρόξενος
ἀπρόοπτος
ἀπρόρρητος
ἀπρόσβατος
ἀπροσδεής
ἀπροσδέητος
View word page
ἀ-πρόθῡμος
πρόθῡμοςονadj not eagerHdt. Th. X. Plu. ἀπροθῡ́μωςadvnot eagerly, unenthusiasticallyPl. X. Plu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀπρόθῡμος
Headword (normalized):
ἀπρόθῡμος
Headword (normalized/stripped):
απροθυμος
IDX:
554
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-555
Key:
ἀπρόθῡμος

Data

{'headword_display': '<b>ἀ-πρόθῡμος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀ<hyph/>πρόθῡμος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS></HG> <aS1><Tr>not eager</Tr><Au>Hdt. Th. X. Plu.</Au></aS1> <Adv><vHG><HL>ἀπροθῡ́μως</HL><PS>adv</PS></vHG><advS1><Tr>not eagerly, unenthusiastically</Tr><Au>Pl. X. Plu.</Au></advS1> </Adv></AE>', 'key': 'ἀπρόθῡμος'}