Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνήνοθε
ἀνήνυστος
ἀνήνυτος
ἀνήνωρ
ἀνῇξα
ἀνηπύω
ἀνήρ
ἀνηράσθην
ἀνηρείψαντο
ἀνηρεφής
ἀνήριθμος
ἀνήροτος
ἀνήρπαξα
ἀνηρριχᾶτο
ἀνήσσᾱτος
ἀνήσω
ἀνήτινος
ἄνητον
ἀνήῡσα
ἀνήφαιστος
ἀνθαιρέομαι
View word page
ἀνήριθμος
ἀνήριθμοςadj seeἀνάριθμος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνήριθμος
Headword (normalized):
ἀνήριθμος
Headword (normalized/stripped):
ανηριθμος
IDX:
5429
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5430
Key:
ἀνήριθμος

Data

{'headword_display': '<b>ἀνήριθμος</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀνήριθμος</HL><PS>adj</PS></HG> <XR>see<Ref>ἀνάριθμος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀνήριθμος'}