Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄγλωσσος
ἄγμα
ἀγμός
ἄγναμπτος
ἄγναφος
ἁγνείᾱ
ἅγνευμα
ἁγνεύω
ἁγνίζω
ἅγνισμα
ἁγνισμός
ἀγνοέω
ἀνήμελκτος
ἀνήμερος
ἀνημμένος
ἀνήνασθαι
ἀνήνεγκα
ἀνήνεμος
ἀνήνοθε
ἀνήνυστος
ἀνήνυτος
View word page
ἁγνισμός
ἁγνισμόςοῦm process of purifyingpurificationNT.

ShortDef

purification, expiation

Debugging

Headword:
ἁγνισμός
Headword (normalized):
ἁγνισμός
Headword (normalized/stripped):
αγνισμος
IDX:
5411
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5412
Key:
ἁγνισμός

Data

{'headword_display': '<b>ἁγνισμός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἁγνισμός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG> <nS1><Def>process of purifying</Def><Tr>purification</Tr><Au>NT.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἁγνισμός'}