Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀγκιστρωτός
ἀγκλαίω
ἀγκλέπτω
ἀγκλῑ́νω
ἄγκοιναι
ἀγκομίζω
ἄγκος
ἀγκουλομείτᾱς
ἀγκρεμάννῡμι
ἄγκρισις
ἀγκρούω
ἀγκυλένδετος
ἀγκύλη
ἀγκύλια
ἀγκυλομήτης
ἀγκυλόομαι
ἀγκυλόπους
ἀγκύλος
ἀγκυλότοξος
ἀγκυλοχείλης
ἀγκυλοχήλης
View word page
ἀγκρούω
ἀγκρούωdial.vbseeἀνακρούω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀγκρούω
Headword (normalized):
ἀγκρούω
Headword (normalized/stripped):
αγκρουω
IDX:
5368
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5369
Key:
ἀγκρούω

Data

{'headword_display': '<b>ἀγκρούω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀγκρούω</HL><PS>dial.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἀνακρούω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀγκρούω'}