Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνεπάγγελτος
ἀνεπαίσθητος
ἀνεπάλμενος
ἀνέπαφος
ἀνεπαφρόδῑτος
ἀνεπαχθής
ἀνεπιβούλευτος
ἀνεπιγνώστως
ἀνεπίγραφος
ἀνεπίδικος
ἀνεπιδόκητος
ἀνεπιείκεια
ἀνεπιεικής
ἀνεπίκλητος
ἀνεπίληπτος
ἀνεπίμεικτος
ἀνεπιμιξίᾱ
ἀνεπίμομφος
ἀνεπίξεστος
ἀνεπίπληκτος
ἀνεπιπληξίᾱ
View word page
ἀν-επιδόκητος
ἀν-επιδόκητοςονadjἐπίδοκέω of ill fortuneunexpectedSimon.

ShortDef

unexpected

Debugging

Headword:
ἀνεπιδόκητος
Headword (normalized):
ἀνεπιδόκητος
Headword (normalized/stripped):
ανεπιδοκητος
IDX:
5241
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5242
Key:
ἀνεπιδόκητος

Data

{'headword_display': '<b>ἀν-επιδόκητος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀν-επιδόκητος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>ἐπί</Ref><Ref>δοκέω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of ill fortune</Indic><Tr>unexpected</Tr><Au>Simon.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀνεπιδόκητος'}