Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνεμώλιος
ἀνεμώνη
ἀνένδεκτος
ἀνένεικα
ἀνεννόητος
ἀνεξάλειπτος
ἀνεξαπάτητος
ἀνεξέλεγκτος
ἀνεξέταστος
ἀνεξεύρετος
ἀνεξικακίᾱ
ἀνέξοδος
ἀνέορτος
ἀνεπάγγελτος
ἀνεπαίσθητος
ἀνεπάλμενος
ἀνέπαφος
ἀνεπαφρόδῑτος
ἀνεπαχθής
ἀνεπιβούλευτος
ἀνεπιγνώστως
View word page
ἀνεξικακίᾱ
ἀνεξικακίᾱᾱςfἀνέχω tolerance of misfortuneforbearancePlu.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνεξικακίᾱ
Headword (normalized):
ἀνεξικακίᾱ
Headword (normalized/stripped):
ανεξικακια
IDX:
5228
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5229
Key:
ἀνεξικακίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀνεξικακίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνεξικακίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀνέχω</Ref></Ety></HG> <nS1><Def>tolerance of misfortune</Def><Tr>forbearance</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνεξικακίᾱ'}