Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄνεμος
ἀνεμοσκεπής
ἀνεμοσφάραγος
ἀνεμοτρεφής
ἀνεμπλήκτως
ἀνεμπόδιστος
ἀνεμώκης
ἀνεμώλιος
ἀνεμώνη
ἀνένδεκτος
ἀνένεικα
ἀνεννόητος
ἀνεξάλειπτος
ἀνεξαπάτητος
ἀνεξέλεγκτος
ἀνεξέταστος
ἀνεξεύρετος
ἀνεξικακίᾱ
ἀνέξοδος
ἀνέορτος
ἀνεπάγγελτος
View word page
ἀνένεικα
ἀνένεικαep.aor.1seeἀναφέρω

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνένεικα
Headword (normalized):
ἀνένεικα
Headword (normalized/stripped):
ανενεικα
IDX:
5221
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5222
Key:
ἀνένεικα

Data

{'headword_display': '<b>ἀνένεικα</b>', 'content': '<XE><RefFm>ἀνένεικα<LblR>ep.aor.1</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ἀναφέρω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀνένεικα'}