Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

Ἀνδρομάχη
Ἀνδρομέδᾱ
ἀνδρόμεος
ἀνδρομήκης
ἀνδρόομαι
ἀνδρόπαις
ἀνδροπλήθεια
ἀνδρόπρῳρος
Ἄνδρος
ἀνδροσφαγεῖον
ἀνδρόσφιγξ
ἀνδροτής
ἀνδροτυχής
ἀνδροφάγος
ἀνδροφθόρος
ἀνδροφονίᾱ
ἀνδροφόνος
ἀνδροφόντης
ἀνδροφυής
ἀνδρώδης
ἀνδρών
View word page
ἀνδρό-σφιγξ
ἀνδρό-σφιγξιγγοςmΣφίγξ sphinx with a man's headHdt.

ShortDef

a man-sphinx, sphinx with the bust of a man

Debugging

Headword:
ἀνδρόσφιγξ
Headword (normalized):
ἀνδρόσφιγξ
Headword (normalized/stripped):
ανδροσφιγξ
IDX:
5125
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5126
Key:
ἀνδρόσφιγξ

Data

{'headword_display': '<b>ἀνδρό-σφιγξ</b>', 'content': "<NE><HG><HL>ἀνδρό-σφιγξ</HL><Infl>ιγγος</Infl><PS>m</PS><Ety><Ref>Σφίγξ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>sphinx with a man's head</Tr><Au>Hdt.</Au></nS1></NE>", 'key': 'ἀνδρόσφιγξ'}