Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνδρογόνος
ἀνδρόγυνος
ἀνδροδάικτος
ἀνδροδάμᾱς
ἀνδροθνής
ἀνδροκμής
ἀνδρόκμητος
ἀνδροκόβᾱλος
ἀνδροκτασίᾱ
ἀνδροκτονέω
ἀνδροκτόνος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληψίᾱ
ἀνδρομανής
Ἀνδρομάχη
Ἀνδρομέδᾱ
ἀνδρόμεος
ἀνδρομήκης
ἀνδρόομαι
ἀνδρόπαις
ἀνδροπλήθεια
View word page
ἀνδρο-κτόνος
ἀνδρο-κτόνοςονadjκτείνω of the Amazons, the Cyclopes, a sowman-killingB. Hdt. E.Cyc.of slaughtermurderousE.fr.

ShortDef

man-slaying, murdering

Debugging

Headword:
ἀνδροκτόνος
Headword (normalized):
ἀνδροκτόνος
Headword (normalized/stripped):
ανδροκτονος
IDX:
5111
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5112
Key:
ἀνδροκτόνος

Data

{'headword_display': '<b>ἀνδρο-κτόνος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀνδρο-κτόνος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>κτείνω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of the Amazons, the Cyclopes, a sow</Indic><Tr>man-killing</Tr><Au>B. Hdt. E.<Wk>Cyc.</Wk></Au><aS2><Indic>of slaughter</Indic><Tr>murderous</Tr><Au>E.<Wk>fr.</Wk></Au></aS2></aS1></AE>', 'key': 'ἀνδροκτόνος'}