Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνδρακάς
ἀνδράποδα
ἀνδραποδίζω
ἀνδραπόδισις
ἀνδραποδισμός
ἀνδραποδιστής
ἀνδραποδιστικός
ἀνδράποδον
ἀνδραποδώδης
ἀνδραποδωδίᾱ
ἀνδράριον
ἀνδράσι
ἀνδραχθής
ἀνδρεῖα
ἀνδρείᾱ
ἀνδρείκελος
ἀνδρεῖος
ἀνδρειότης
ἀνδρειφόντης
ἀνδρεραστρίᾱ
ἄνδρεσι
View word page
ἀνδράριον
ἀνδράριονουndimin.ἀνήρ pejor.feeble little manAr.

ShortDef

a manikin

Debugging

Headword:
ἀνδράριον
Headword (normalized):
ἀνδράριον
Headword (normalized/stripped):
ανδραριον
IDX:
5073
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5074
Key:
ἀνδράριον

Data

{'headword_display': '<b>ἀνδράριον</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνδράριον</HL><Infl>ου</Infl><PS>n</PS><Ety>dimin.<Ref>ἀνήρ</Ref></Ety></HG> <nS1><Indic>pejor.</Indic><Tr>feeble little man</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνδράριον'}