Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἄνδιχα
Ἀνδοκίδης
ἀνδραγαθέω
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγαθίᾱ
ἀνδραγαθίζομαι
ἀνδράγρια
ἀνδρακάς
ἀνδράποδα
ἀνδραποδίζω
ἀνδραπόδισις
ἀνδραποδισμός
ἀνδραποδιστής
ἀνδραποδιστικός
ἀνδράποδον
ἀνδραποδώδης
ἀνδραποδωδίᾱ
ἀνδράριον
ἀνδράσι
ἀνδραχθής
ἀνδρεῖα
View word page
ἀνδραπόδισις
ἀνδραπόδισιςεωςf kidnappingof a personX.

ShortDef

enslaving

Debugging

Headword:
ἀνδραπόδισις
Headword (normalized):
ἀνδραπόδισις
Headword (normalized/stripped):
ανδραποδισις
IDX:
5066
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5067
Key:
ἀνδραπόδισις

Data

{'headword_display': '<b>ἀνδραπόδισις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνδραπόδισις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>kidnapping<Expl>of a person</Expl></Tr><Au>X.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνδραπόδισις'}