Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνδέρω
ἀνδέχομαι
ἀνδέω
ἄνδημα
ἄνδηρον
ἀνδίδωμι
ἀνδίκτης
ἄνδιχα
Ἀνδοκίδης
ἀνδραγαθέω
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγαθίᾱ
ἀνδραγαθίζομαι
ἀνδράγρια
ἀνδρακάς
ἀνδράποδα
ἀνδραποδίζω
ἀνδραπόδισις
ἀνδραποδισμός
ἀνδραποδιστής
ἀνδραποδιστικός
View word page
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγάθημαατοςn courageous actPlu.

ShortDef

a brave deed

Debugging

Headword:
ἀνδραγάθημα
Headword (normalized):
ἀνδραγάθημα
Headword (normalized/stripped):
ανδραγαθημα
IDX:
5059
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-5060
Key:
ἀνδραγάθημα

Data

{'headword_display': '<b>ἀνδραγάθημα</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνδραγάθημα</HL><Infl>ατος</Infl><PS>n</PS></HG> <nS1><Tr>courageous act</Tr><Au>Plu.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνδραγάθημα'}