Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνάτασις
ἀνατάσσομαι
ἀνατατικός
ἀνᾱτεί
ἀνατείνω
ἀνατειχίζω
ἀνατειχισμός
ἀνατέλλω
ἀνατέμνω
ἀνατήκομαι
ἀνάτηξις
ἀνᾱτῑ́
ἀνατίθημι
ἀνατῑμάω
ἀνατινάσσω
ἀνατλῆναι
ἀνατολή
ἀνατολμάω
ἄνᾱτος
ἀνατρεπτικός
ἀνατρέπω
View word page
ἀνάτηξις
ἀνάτηξιςεωςf melting, thawingw.gen.of snowPlb.

ShortDef

melting, thawing

Debugging

Headword:
ἀνάτηξις
Headword (normalized):
ἀνάτηξις
Headword (normalized/stripped):
ανατηξις
IDX:
4969
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4970
Key:
ἀνάτηξις

Data

{'headword_display': '<b>ἀνάτηξις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀνάτηξις</HL><Infl>εως</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Tr>melting, thawing<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of snow</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀνάτηξις'}