Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀναρριχάομαι
ἀναρρυβδέω
Ἀνάρρυσις
ἀναρρύω
ἀναρρώννῡμι
ἀνάρσιος
ἀναρτάω
ἀνάρτημαι
ἀνάρτιος
ἀναρυβδέω
ἀναρύω
ἀναρχίᾱ
ἄναρχος
ἀνασάττομαι
ἀνασειράζω
ἀνασείω
ἀνασελγαίνομαι
ἀνασεύομαι
ἀνασθμαίνω
ἀνάσιλλος
ἀνάσῑμος
View word page
ἀναρύω
ἀναρύωdial.vbseeἀναρρύω

ShortDef

sacrifice

Debugging

Headword:
ἀναρύω
Headword (normalized):
ἀναρύω
Headword (normalized/stripped):
αναρυω
IDX:
4894
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4895
Key:
ἀναρύω

Data

{'headword_display': '<b>ἀναρύω</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀναρύω</HL><PS>dial.vb</PS></HG><XR>see<Ref>ἀναρρύω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀναρύω'}