Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνάπωτις
ἀνάργυρος
ἄναρθρος
ἀναριθμέομαι
ἀναρίθμητος
ἀνάριθμος
ἀνᾱ́ριστος
ἀνᾱρίτᾱς
ἄναρκτος
ἀναρμοστέω
ἀναρμοστίᾱ
ἀνάρμοστος
ἀναροιβδέω
ἀναρπάγδην
ἀναρπαγή
ἀναρπάζω
ἀνάρπαστος
ἀναρρέω
ἀναρρήγνῡμι
ἀναρρηθήσομαι
ἀνάρρηξις
View word page
ἀναρμοστίᾱ
ἀναρμοστίᾱᾱςf lack of harmonydiscordin a soul, the universePl.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀναρμοστίᾱ
Headword (normalized):
ἀναρμοστίᾱ
Headword (normalized/stripped):
αναρμοστια
IDX:
4870
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4871
Key:
ἀναρμοστίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀναρμοστίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀναρμοστίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS></HG> <nS1><Def>lack of harmony</Def><Tr>discord<Expl>in a soul, the universe</Expl></Tr><Au>Pl.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀναρμοστίᾱ'}