Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀναπνοή
ἀναπόγραφος
ἀναπόδεικτος
ἀναποδίζω
ἀνάποινος
ἀναπόκριτος
ἀναπολέω
ἀναπολίζω
ἀναπολόγητος
ἀναπομπή
ἀναπομπός
ἀναπόνιπτος
ἀναπρᾱ́σσω
ἀναπρήθω
ἀναπτερόω
ἀναπτήσομαι
ἀναπτοέω
ἀναπτύσσω
ἀναπτυχή
ἀναπτῡ́ω
ἀνάπτω
View word page
ἀναπομπός
ἀναπομπόςοῦmref. to Hadessender-upof a soul, fr. the underworldA.

ShortDef

one that sends up

Debugging

Headword:
ἀναπομπός
Headword (normalized):
ἀναπομπός
Headword (normalized/stripped):
αναπομπος
IDX:
4847
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4848
Key:
ἀναπομπός

Data

{'headword_display': '<b>ἀναπομπός</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀναπομπός</HL><Infl>οῦ</Infl><PS>m</PS></HG><nS1><Indic>ref. to Hades</Indic><Tr>sender-up<Expl>of a soul, fr. the underworld</Expl></Tr><Au>A.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀναπομπός'}