Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀναμάρτητος
ἀναμασάομαι
ἀναμάσσω
ἀναμάχομαι
ἀνάμβατος
ἀναμείγνῡμι
ἀνάμειξις
ἀναμέλπω
ἀναμένω
ἀνᾱ́μερος
ἀνάμεσος
ἀναμεστόομαι
ἀνάμεστος
ἀναμετρέω
ἀναμέτρησις
ἀναμηλόω
ἀνάμιγα
ἀναμῑ́γνῡμι
ἀναμιμνήσκω
ἀναμίμνω
ἀναμίξ
View word page
ἀνά-μεσος
ἀνά-μεσοςονadjμέσος of citiesin the middleof a countryinlandHdt.

ShortDef

in the midland

Debugging

Headword:
ἀνάμεσος
Headword (normalized):
ἀνάμεσος
Headword (normalized/stripped):
αναμεσος
IDX:
4662
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4663
Key:
ἀνάμεσος

Data

{'headword_display': '<b>ἀνά-μεσος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀνά-μεσος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>μέσος</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of cities</Indic><Def>in the middle<Expl>of a country</Expl></Def><Tr>inland</Tr><Au>Hdt.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀνάμεσος'}