Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀνακηρύσσω
ἀνακινδῡνεύω
ἀνακῑνέω
ἀνακῑ́νησις
Ἀνάκιον
ἀνακίρναμαι
ἀνακλάζω
ἀνακλαίω
ἀνάκλασις
ἀνακλάω
ἀνακλέπτω
ἀνάκλησις
ἀνακλητήρια
ἀνακλητικός
ἀνακλῑ́νω
ἀνάκλιτος
ἀνακλύζω
ἀνακογχυλιάζω
ἀνακοινέομαι
ἀνακοινόω
ἀνακομιδή
View word page
ἀνα-κλέπτω
ἀνα-κλέπτω
dial.ἀγκλέπτω
vb
stealsteal backobjectshHom. Theoc.

ShortDef

steal

Debugging

Headword:
ἀνακλέπτω
Headword (normalized):
ἀνακλέπτω
Headword (normalized/stripped):
ανακλεπτω
IDX:
4566
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4567
Key:
ἀνακλέπτω

Data

{'headword_display': '<b>ἀνα-κλέπτω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀνα-κλέπτω</HL><DL><Lbl>dial.</Lbl><FmHL>ἀγκλέπτω</FmHL></DL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>steal<or/>steal back</Tr><Obj>objects<Au>hHom. Theoc.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀνακλέπτω'}