Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀναίματος
ἄναιμος
ἀναίμων
ἀναιμωτῑ́
ἀναίνομαι
ἀναίρεσις
ἀναιρετικός
ἀναιρέω
ἀναίρω
ἀναισθησίᾱ
ἀναισθητέω
ἀναίσθητος
ἀναισιμόω
ἀναισίμωμα
ἀνᾱίσσω
ἀναισχυντέω
ἀναισχυντίᾱ
ἀναισχυντογράφος
ἀναίσχυντος
ἀναίτιος
ἀνακαγχάζω
View word page
ἀναισθητέω
ἀναισθητέωcontr.vb be insensitiveobtuseD.

ShortDef

to want perception

Debugging

Headword:
ἀναισθητέω
Headword (normalized):
ἀναισθητέω
Headword (normalized/stripped):
αναισθητεω
IDX:
4524
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4525
Key:
ἀναισθητέω

Data

{'headword_display': '<b>ἀναισθητέω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀναισθητέω</HL><PS>contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>be insensitive<or/>obtuse</Tr><Au>D.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀναισθητέω'}