Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀναθεᾱ́ομαι
ἀνάθεμα
ἀναθεματίζω
ἀναθερμαίνω
ἀνάθεσις
ἀναθέω
ἀναθεωρέω
ἀναθεώρησις
ἀναθηλέω
ἀνάθημα
ἀναθηματικός
ἀναθόλωσις
ἀναθορυβέω
ἀνάθρεμμα
ἀναθρέω
ἀναθρῴσκω
ἀναθῡμίᾱσις
ἀναθῡμιάω
ἀναθῡ́ω
ἀναίδεια
ἀναιδεύομαι
View word page
ἀναθηματικός
ἀναθηματικόςή όνadjof honours for a personof the kind that are set upin the form of statuesPlb.

ShortDef

consisting of votive offerings

Debugging

Headword:
ἀναθηματικός
Headword (normalized):
ἀναθηματικός
Headword (normalized/stripped):
αναθηματικος
IDX:
4497
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4498
Key:
ἀναθηματικός

Data

{'headword_display': '<b>ἀναθηματικός</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀναθηματικός</HL><Infl>ή όν</Infl><PS>adj</PS></HG><aS1><Indic>of honours for a person</Indic><Def>of the kind that are set up</Def><Tr>in the form of statues</Tr><Au>Plb.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀναθηματικός'}