Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀπότροφος
ἀποτρῡ́χω
ἀποτρῡ́ω
ἀποτρώγω
ἀποτρωπάω
ἀποτυγχάνω
ἀποτυμπανίζω
ἀποτυπόομαι
ἀποτύπτομαι
ἀποτύπωμα
ἀποτυχίᾱ
ἀπούατος
ἀπουρᾱγέω
ἀπουράμενος
ἀπουρίσσουσι
ἄγω
ἀγωγεύς
ἀγωγή
ἀγώγιμος
ἀγώγιον
ἀγωγός
View word page
ἀποτυχίᾱ
ἀποτυχίᾱᾱςfἀποτυγχάνω failureopp. successPlb.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀποτυχίᾱ
Headword (normalized):
ἀποτυχίᾱ
Headword (normalized/stripped):
αποτυχια
IDX:
441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-442
Key:
ἀποτυχίᾱ

Data

{'headword_display': '<b>ἀποτυχίᾱ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ἀποτυχίᾱ</HL><Infl>ᾱς</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>ἀποτυγχάνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>failure<Expl>opp. success</Expl></Tr><Au>Plb.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ἀποτυχίᾱ'}