Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀγείρω
ἀγείρως
ἀμφισβήτημα
ἀμφισβητήσιμος
ἀμφισβήτησις
ἀμφισβητητικός
ἀμφισβήτητος
ἀμφίσταμαι
ἀμφιστέλλομαι
ἀμφίστερνος
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφίστομος
ἀμφιστρατόομαι
ἀμφιστρεφής
ἀμφίστροφος
ἀμφιστρωφάω
ἀμφιτάμνομαι
ἀμφιτανύω
ἀμφιταράσσομαι
ἀμφιτειχής
ἀμφιτίθημι
View word page
ἀμφι-στεφανόομαι
ἀμφι-στεφανόομαιpass.contr.vb form a ring arounddancershHom.tm.

ShortDef

to stand all round like a crown

Debugging

Headword:
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized):
ἀμφιστεφανόομαι
Headword (normalized/stripped):
αμφιστεφανοομαι
IDX:
4312
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4313
Key:
ἀμφιστεφανόομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀμφι-στεφανόομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀμφι-στεφανόομαι</HL><PS>pass.contr.vb</PS></vHG> <vS1><Tr>form a ring around<Expl>dancers</Expl></Tr><Au>hHom.<LblR>tm.</LblR></Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀμφιστεφανόομαι'}