Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀγγεῖον
ἀγγελίᾱ
ἀγγελιηφόρος
ἀγγελιώτης
ἀγγέλλω
ἄγγελμα
ἄγγελος
ἀγγήιον
ἄγγος
ἀγείρω
ἀγείρως
ἀμφισβήτημα
ἀμφισβητήσιμος
ἀμφισβήτησις
ἀμφισβητητικός
ἀμφισβήτητος
ἀμφίσταμαι
ἀμφιστέλλομαι
ἀμφίστερνος
ἀμφιστεφανόομαι
ἀμφίστομος
View word page
ἀγείρως
ἀγείρωςBoeot.adjseeἀγήραος

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀγείρως
Headword (normalized):
ἀγείρως
Headword (normalized/stripped):
αγειρως
IDX:
4303
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4304
Key:
ἀγείρως

Data

{'headword_display': '<b>ἀγείρως</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀγείρως</HL><PS>Boeot.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἀγήραος</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀγείρως'}