Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμφισβητέω
ἀγάννιφος
ἀγανοβλέφαρος
ἀγανόμματος
ἀγανός
ἀγανοφροσύνη
ἀγανόφρων
ἀγᾱ́νωρ
ἀγάομαι
ἀγαπάζω
ἀγαπᾱτός
ἀγαπάω
ἀγάπη
ἀγάπημα
ἀγαπήνωρ
ἀγάπησις
ἀγαπητικός
ἀγαπητός
ἀγάρροος
ἀγάσσατο
ἀγάστονος
View word page
ἀγαπᾱτός
ἀγαπᾱτόςdial.adjseeἀγαπητός

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀγαπᾱτός
Headword (normalized):
ἀγαπᾱτός
Headword (normalized/stripped):
αγαπατος
IDX:
4273
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4274
Key:
ἀγαπᾱτός

Data

{'headword_display': '<b>ἀγαπᾱτός</b>', 'content': '<XE><HG><HL>ἀγαπᾱτός</HL><PS>dial.adj</PS></HG><XR>see<Ref>ἀγαπητός</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ἀγαπᾱτός'}