Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμφιπερικτίονες
ἀμφιπεριστείνομαι
ἀμφιπεριστέφομαι
ἀμφιπεριστρωφάω
ἀμφιπεριφθινύθω
ἀμφιπιάζω
ἀμφιπίπτω
ἀμφιπίτνω
ἀμφίπλεκτος
ἀμφιπλέκω
ἀμφίπληκτος
ἀμφιπλήξ
ἀμφιπολεύω
ἀμφιπολέω
Ἀμφίπολις
ἀμφίπολος
ἀμφιπονέομαι
ἀμφιπόρφυρος
ἀμφιποτάομαι
ἀμφιπρόσωπος
ἀμφίπτολις
View word page
ἀμφί-πληκτος
ἀμφί-πληκτοςονadjπλήσσω of wavesbeating all aroundS.

ShortDef

beaten on both sides

Debugging

Headword:
ἀμφίπληκτος
Headword (normalized):
ἀμφίπληκτος
Headword (normalized/stripped):
αμφιπληκτος
IDX:
4244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4245
Key:
ἀμφίπληκτος

Data

{'headword_display': '<b>ἀμφί-πληκτος</b>', 'content': '<AE><HG><HL>ἀμφί-πληκτος</HL><Infl>ον</Infl><PS>adj</PS><Ety><Ref>πλήσσω</Ref></Ety></HG> <aS1><Indic>of waves</Indic><Tr>beating all around</Tr><Au>S.</Au></aS1></AE>', 'key': 'ἀμφίπληκτος'}