Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ἀμφινάω
ἀμφινεικής
ἀμφινείκητος
ἀμφινέμομαι
ἀμφινοέω
ἀμφινωμάω
ἀμφιξέω
Ἀμφῑόνιος
ἀμφιπαλῡ́νω
ἀμφίπεδος
ἀμφιπέλομαι
ἀμφιπένομαι
ἀμφιπερικτίονες
ἀμφιπεριστείνομαι
ἀμφιπεριστέφομαι
ἀμφιπεριστρωφάω
ἀμφιπεριφθινύθω
ἀμφιπιάζω
ἀμφιπίπτω
ἀμφιπίτνω
ἀμφίπλεκτος
View word page
ἀμφι-πέλομαι
ἀμφι-πέλομαιmid.vb of a songgo aroundbe in circulationOd.

ShortDef

to float around

Debugging

Headword:
ἀμφιπέλομαι
Headword (normalized):
ἀμφιπέλομαι
Headword (normalized/stripped):
αμφιπελομαι
IDX:
4232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-4233
Key:
ἀμφιπέλομαι

Data

{'headword_display': '<b>ἀμφι-πέλομαι</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ἀμφι-πέλομαι</HL><PS>mid.vb</PS></vHG> <vS1><Indic>of a song</Indic><Def>go around</Def><Tr>be in circulation</Tr><Au>Od.</Au> </vS1> </VE>', 'key': 'ἀμφιπέλομαι'}