Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ξῡνᾱ́ν
ξυνδείπνιον
ξυνεείκοσι
ξῡνεωνίη
ξῡνήιος
ξῡνήων
ξυνν-
ξῡνός
ξυρέω
ξυρήκης
ξυροδόκη
ξυρόν
ξυροφορέω
ξυρρ-
ξυστίς
ξυστόν
ξυστός
ξυστοφορέω
ξυστοφόρος
ξῡ̄́ω
View word page
ξυρο-δόκη
ξυρο-δόκηηςfδέχομαι razor-caseAr.

ShortDef

razor-case

Debugging

Headword:
ξυροδόκη
Headword (normalized):
ξυροδόκη
Headword (normalized/stripped):
ξυροδοκη
IDX:
41831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41832
Key:
ξυροδόκη

Data

{'headword_display': '<b>ξυρο-δόκη</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ξυρο-δόκη</HL><Infl>ης</Infl><PS>f</PS><Ety><Ref>δέχομαι</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>razor-case</Tr><Au>Ar.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ξυροδόκη'}