Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ξένη
ξενηλασίᾱ
ξενηλατέω
ξενίᾱ
ξενίζω
ξενικός
ξένιος
ξένισις
ξενισμός
ξενῑτεύω
ξέννος
ξενοδαΐκτᾱς
ξενοδαίτᾱς
ξενοδαιτυμών
ξενοδοκέω
ξενοδοκίᾱ
ξενοδόκος
ξενόεις
ξενοκτονέω
ξενοκτονίᾱ
ξενοκτόνος
View word page
ξέννος
ξέννοςAeol.adj. and mseeξένος1 and ξένος2

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ξέννος
Headword (normalized):
ξέννος
Headword (normalized/stripped):
ξεννος
IDX:
41742
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41743
Key:
ξέννος

Data

{'headword_display': '<b>ξέννος</b>', 'content': '<XE><RefVL><FmHL>ξέννος</FmHL><PS>Aeol.adj. and m</PS></RefVL><XR>see<Ref>ξένος<Hm>1</Hm> </Ref> and <Ref>ξένος<Hm>2</Hm></Ref></XR> </XE>', 'key': 'ξέννος'}