Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑστεραῖος
ὑστερέω
ὑστέρημα
ὑστέρησις
ὑστερίζω
ὑστερογενής
ὑστερόποινος
ὑστερόπους
ὕστερος
ὑστεροφθόρος
ὕστριξ
ὑστριχίς
ὑφ’
ὑφᾱγέο
ὕφαιμος
ὑφαίνω
ὑφαίρεσις
ὑφαιρέω
ὕφαλος
ὕφαμμος
ὕφανσις
View word page
ὕστριξ
ὕστριξιχοςm.fperh.reltd.θρίξ porcupineA.satyr.fr. Hdt. Call.

ShortDef

the porcupine

Debugging

Headword:
ὕστριξ
Headword (normalized):
ὕστριξ
Headword (normalized/stripped):
υστριξ
IDX:
41603
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41604
Key:
ὕστριξ

Data

{'headword_display': '<b>ὕστριξ</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὕστριξ</HL><Infl>ιχος</Infl><PS>m.f</PS><Ety>perh.reltd.<Ref>θρίξ</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>porcupine</Tr><Au>A.<Wk>satyr.fr.</Wk> Hdt. Call.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὕστριξ'}