Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑπόσχες
ὑποσχεσίη
ὑπόσχεσις
ὑποσχήσομαι
ὑποσχών
ὑποτάμνω
ὑποτανύω
ὑποταράττω
ὑποταρβέω
ὑποταρτάριος
ὑποτάσεις
ὑποτάσσω
ὑποτείνω
ὑποτειχίζω
ὑποτείχισις
ὑποτείχισμα
ὑποτελέω
ὑποτελής
ὑποτέλλομαι
ὑποτέμνω
ὑποτίθημι
View word page
ὑποτάσεις
ὑποτάσειςεωνf.plὑποτείνω low stretchesw.gen.of plain, ref. to an area beneath a mountainE.

ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ὑποτάσεις
Headword (normalized):
ὑποτάσεις
Headword (normalized/stripped):
υποτασεις
IDX:
41484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41485
Key:
ὑποτάσεις

Data

{'headword_display': '<b>ὑποτάσεις</b>', 'content': '<NE><HG><HL>ὑποτάσεις</HL><Infl>εων</Infl><PS>f.pl</PS><Ety><Ref>ὑποτείνω</Ref></Ety></HG> <nS1><Tr>low stretches<Expl><GLbl>w.gen.</GLbl>of plain, ref. to an area beneath a mountain</Expl></Tr><Au>E.</Au></nS1></NE>', 'key': 'ὑποτάσεις'}