Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὑποστρώματα
ὑποστρώννῡμι
ὑποστῡ́φω
ὑποσῡρίζω
ὑποσῡ́ρω
ὑπόσχεο
ὑπόσχες
ὑποσχεσίη
ὑπόσχεσις
ὑποσχήσομαι
ὑποσχών
ὑποτάμνω
ὑποτανύω
ὑποταράττω
ὑποταρβέω
ὑποταρτάριος
ὑποτάσεις
ὑποτάσσω
ὑποτείνω
ὑποτειχίζω
ὑποτείχισις
View word page
ὑποσχών
ὑποσχών
aor.2 ptcpl.
see
ὑπέχω
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑποσχών
Headword (normalized):
ὑποσχών
Headword (normalized/stripped):
υποσχων
IDX:
41478
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41479
Key:
ὑποσχών
Data
{'headword_display': '<b>ὑποσχών</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑποσχών<LblR>aor.2 ptcpl.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑπέχω</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑποσχών'}