Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Cambridge Greek Lexicon
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστροφή
ὑποστρώματα
ὑποστρώννῡμι
ὑποστῡ́φω
ὑποσῡρίζω
ὑποσῡ́ρω
ὑπόσχεο
ὑπόσχες
ὑποσχεσίη
ὑπόσχεσις
ὑποσχήσομαι
ὑποσχών
ὑποτάμνω
ὑποτανύω
ὑποταράττω
ὑποταρβέω
ὑποταρτάριος
View word page
ὑπόσχεο
ὑπόσχεο
ep.aor.2 mid.imperatv.
ὑποσχέσθαι
aor.2 mid.inf.
see
ὑπισχνέομαι
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
ὑπόσχεο
Headword (normalized):
ὑπόσχεο
Headword (normalized/stripped):
υποσχεο
IDX:
41473
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41474
Key:
ὑπόσχεο
Data
{'headword_display': '<b>ὑπόσχεο</b>', 'content': '<XE><RefFm>ὑπόσχεο<LblR>ep.aor.2 mid.imperatv.</LblR></RefFm><RefFm>ὑποσχέσθαι<LblR>aor.2 mid.inf.</LblR></RefFm><XR>see<Ref>ὑπισχνέομαι</Ref></XR> </XE>', 'key': 'ὑπόσχεο'}