Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Cambridge Greek Lexicon

ὑποστατικός
ὑποστατός
ὑποσταχύομαι
ὑποστεγάζω
ὑπόστεγος
ὑποστέγω
ὑποστέλλω
ὑποστενάζω
ὑποστεναχίζω
ὑποστένω
ὑποστολίζω
ὑποστοναχίζω
ὑποστόρνῡμι
ὑποστρατηγέω
ὑποστράτηγος
ὑποστρέφω
ὑποστροβέω
ὑποστροφή
ὑποστρώματα
ὑποστρώννῡμι
ὑποστῡ́φω
View word page
ὑπο-στολίζω
ὑπο-στολίζωvb furla sailLyr.adesp.

ShortDef

furl

Debugging

Headword:
ὑποστολίζω
Headword (normalized):
ὑποστολίζω
Headword (normalized/stripped):
υποστολιζω
IDX:
41460
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:cambridge-greek-lexicon-41461
Key:
ὑποστολίζω

Data

{'headword_display': '<b>ὑπο-στολίζω</b>', 'content': '<VE><vHG><HL>ὑπο-στολίζω</HL><PS>vb</PS></vHG> <vS1><Tr>furl</Tr><Obj>a sail<Au>Lyr.adesp.</Au></Obj> </vS1> </VE>', 'key': 'ὑποστολίζω'}